τετραποδισμός
From LSJ
ἀλλὰ πάνυ ἑτοίμως παρορᾷς → but you quite purposely see wrongly
English (LSJ)
ὁ,
A a going on all fours, Sch.Nic.Al.417.
Greek (Liddell-Scott)
τετρᾰποδισμός: ὁ, τὸ τετραποδίζειν, Σχόλ. εἰς Νικ. Ἀλεξιφ. 417.
ἀλλὰ πάνυ ἑτοίμως παρορᾷς → but you quite purposely see wrongly
Full diacritics: τετρᾰποδισμός | Medium diacritics: τετραποδισμός | Low diacritics: τετραποδισμός | Capitals: ΤΕΤΡΑΠΟΔΙΣΜΟΣ |
Transliteration A: tetrapodismós | Transliteration B: tetrapodismos | Transliteration C: tetrapodismos | Beta Code: tetrapodismo/s |
ὁ,
A a going on all fours, Sch.Nic.Al.417.
τετρᾰποδισμός: ὁ, τὸ τετραποδίζειν, Σχόλ. εἰς Νικ. Ἀλεξιφ. 417.