Ἀλλ' Ἀχέροντι νυμφεύσω → I will become the bride of Acheron
-η, -οαυτός που κινείται με ηλεκτρισμό («ηλεκτροκίνητο λεωφορείο»).[ΕΤΥΜΟΛ. < ηλεκτρο- + -κινητος (< κινώ), πρβλ. ατμο-κίνητος, χειρο-κίνητος].