Νόσον δὲ κρεῖττόν ἐστιν ἢ λύπην φέρειν → Morbum quam tristitatem exantles facilius → Es lässt sich leichter krank sein als betrübt
και κρομμυδότσουφλο, το
ο φλοιός του κρεμμυδιού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρεμμύδι / κρομμύδι + -τσουφλο (< τσόφλι), πρβλ. αβγό-τσουφλο, καρυδό-τσουφλο].