λάκτιμα
From LSJ
τὸν ἰητρὸν δοκέει μοι ἄριστον εἶναι πρόνοιαν ἐπιτηδεύειν → it appears to me a most excellent thing for the physician to cultivate prognosis
τὸν ἰητρὸν δοκέει μοι ἄριστον εἶναι πρόνοιαν ἐπιτηδεύειν → it appears to me a most excellent thing for the physician to cultivate prognosis
Full diacritics: λάκτιμα | Medium diacritics: λάκτιμα | Low diacritics: λάκτιμα | Capitals: ΛΑΚΤΙΜΑ |
Transliteration A: láktima | Transliteration B: laktima | Transliteration C: laktima | Beta Code: la/ktima |
λάκτισμα, Hsch., cf. PGen.56.27 (iv A. D.).
λάκτιμα (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «λάκτισμα».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται με τον τ. λάκτισμα. Κατ' άλλους, η ορθή γραφή είναι λάκτημα].