ἄνεμος καὶ ὄλεθρος ἄνθρωπος → ruinous and unstable man, a man unstable as the wind
και αλουποφωλιά, ηφωλιά αλεπούς, αλεπότρυπα.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αλεπού + φωλιά].