δεκάχειλοι
From LSJ
Ὑγίεια καὶ νοῦς ἀγαθὰ τῷ βίῳ δύο (πέλει) → Vitae bona duo, sanitas, prudentia → Zwei Lebensgüter sind Gesundheit und Verstand
English (LSJ)
δεκακισχίλιοι, Hsch.; cf. δεκάχιλοι.
Spanish (DGE)
δεκακισχίλιοι Hsch.
Greek Monolingual
οι
βλ. δεκάχιλοι.