ὑποφώνησις

Revision as of 11:27, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_8)

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A answer, retort, Plu.2.33d (pl.).

Greek (Liddell-Scott)

ὑποφώνησις: -εως, ἡ, παρακέλευσις, Πλούτ. 2. 33D· ὡσαύτως, ὑποφώνημα, τό, τοῖς ἡμετέροις ὑποφωνήμασιν ἐπιρρωσθῆναι πρὸς τὸν ἀγῶνα Βασίλ. Μέγ. τ. 3, σ. 335Β, κλπ.