τὸ ἀεὶ ταῦτα οὕτως ἔχειν ἐχάλασαν → relaxed the strictness of the doctrine of perpetual strife
εὐπόρφυρος, -ον (Α)αυτός που έχει λαμπρό πορφυρό χρώμα.[ΕΤΥΜΟΛ. < ευ + -πορφυρος (< πορφύρα), πρβλ. αλι-πόρφυρος.