διώκει παῖς ποτανὸν ὄρνιν → a boy chases a bird on the wing, vain pursuit
-έςαυτός που χαίρεται να εκτίθεται στον ήλιο, ο ηλιόφιλος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ηλιο- + -χαρης (< χάρος, το), πρβλ. οινο-χαρής, περι-χαρής].