Κακοῦ μεταβολὴν ἀνδρὸς οὐ δεῖ προσδοκᾶν → Non exspectandus improbi flexus viri → Auf Wandel eines schlechten Mannes warte nicht
θυμοβολῶ, -έω (Μ)
προσβάλλω κάποιον βίαια, επιτίθεμαι ορμητικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θυμο- + -βολώ (< -βόλος < βόλος < βάλλω), πρβλ. ακτινο-βολώ, λιθο-βολώ].