Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)
(AM καθυπερτερῶ, -έω) καθυπέρτερος
(επιτατ. του υπερτερώ)
υπερέχω, υπερτερώ κάποιου («ἡδονῶν καὶ πόνων καθυπερτερεῖν ἔξεστιν», Μάρκ. Αυρ.)
αρχ.
(για αστέρες ή αστερισμούς) βρίσκομαι σε υψηλό σημείο, ανέρχομαι πολύ ψηλά.