λιθιώ

From LSJ
Revision as of 14:29, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

ὅπλον μέγιστόν ἐστιν ἡ ἀρετή βροτοῖς → man's greatest weapon is virtue, virtue is the greatest weapon for mortals

Source

Greek Monolingual

(Α λιθιῶ και λιθῶ, -άω)
πάσχω από λιθίαση
αρχ.
πάσχω από αρθρίτιδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λίθος + επίθημα -ιάω, -ιώ, δηλωτικό ασθένειας (πρβλ. κορυζ-ιώ, μυρμηκ-ιώ)].