μυκτηριαστής
From LSJ
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
English (LSJ)
v. μυκτηριστής, Gloss.
Greek (Liddell-Scott)
μυκτηριαστής: ὁ, = μυκτηριστής, Γλωσσ.
Greek Monolingual
μυκτηριαστής, ὁ (Α)
βλ. μυκτηριστής.