Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
[στᾰ], τό,
A sheep-pen, Gloss.
τὸ, Αμαντρί προβάτων, στάνη.[ΕΤΥΜΟΛ. < πρόβατον + -στάσιον (< -στάτης < ἵστημι), πρβλ. κλιμακο-στάσιο(ν)].