πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γὰρ οἴδασιν τί ποιοῦσιν → father, forgive them, for they know not what they do
Full diacritics: σπουδόγελως | Medium diacritics: σπουδόγελως | Low diacritics: σπουδόγελως | Capitals: ΣΠΟΥΔΟΓΕΛΩΣ |
Transliteration A: spoudógelōs | Transliteration B: spoudogelōs | Transliteration C: spoudogelos | Beta Code: spoudo/gelws |
ων, = σπουδογέλοιος.
-ων, Α
σπουδογέλοιος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σπουδή + γέλως «γέλιο» (πρβλ. φιλό-γελως)].