συγχαρίκια

From LSJ
Revision as of 12:35, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (39)

διφθέραι σταδιαῖαι τοῖς μεγέθεσιν → hides a stade in size, hides fastened together so as to cover a place an entire stadium in extent

Source

Greek (Liddell-Scott)

συγχαρίκια: ἢ συγχαρίκεια, ὡς καὶ νῦν, δῶρα συγχαρητικά, «ὁ βασιλεὺς τῶν Ἰνδῶν πέμπει συγχαρίκια τῷ Ἡρακλείῳ ἐν τῇ Περσῶν νίκῃ, μαργαρίτας καὶ λίθους τιμίους ἱκανοὺς» Θεοφάν. 514, 17.

Greek Monolingual

ή συγχαρίκεια, τὰ, Μ
βλ. συχαρίκια.

Greek Monolingual

ή συγχαρίκεια, τὰ, Μ
βλ. συχαρίκια.