σφακτικός

From LSJ
Revision as of 20:15, 28 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+)<\/b>" to "$1")

Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)

Menander, Monostichoi, 135
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σφακτικός Medium diacritics: σφακτικός Low diacritics: σφακτικός Capitals: ΣΦΑΚΤΙΚΟΣ
Transliteration A: sphaktikós Transliteration B: sphaktikos Transliteration C: sfaktikos Beta Code: sfaktiko/s

English (LSJ)

ή, όν,

   A of or for slaughtering, μάχαιρα Zonar. s.v. πανδούριον.

Greek (Liddell-Scott)

σφακτικός: -ή, -όν, ὁ χρησιμεύων πρὸς σφαγήν, «πανδούριον· μάχαιρα σφακτικὴ» Ζωναρ. Λεξ. σ. 1512.

Greek Monolingual

-ή, -όν, ΜΑ σφάκτης
αυτός που αναφέρεται ή χρησιμεύει στη σφαγή.