ἀπογλυκαίνω
From LSJ
Ἡ κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel
English (LSJ)
A sweeten, D.S.1.40, cf. Ruf. ap. Orib.8.47b7; ἀπεγλυκασμένος Diph.Siph. ap. Ath.2.55f.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπογλῠκαίνω: μέλλ. -ᾰνῶ, καθιστῶ τι γλυκύ, Διόδ. 1. 40· ἀπεγλυκασμένος Δίφιλ. Σίφν. παρ’ Ἀθην. 55Ε.