Ἐπηγγείλατο εἰς ἐπανόρθωσιν τῆς πόλεως διὰ τὸ εἶναι ευσεβεστάτη καὶ κηδεμονικὴ. → She pledged herself to the reconstruction of the city because of her being most pious and dutiful.
μεμᾱλώς: Δωρ. αντί μεμηλώς, μτχ. παρακ. του μέλω.
μεμᾱλώς: дор. (= μεμηλώς) part. pf. к μέλω.