οὐ καταισχυνῶ τὰ ὅπλα τὰ ἱερά → I will never bring reproach upon my hallowed arms
-ον, Αιων. τ.1. σεβάσμιος2. το ουδ. ως ουσ. τὸ πρεσβήϊονπρεσβείο.[ΕΤΥΜΟΛ. < πρέσβυς + κατάλ. -ήϊος (πρβλ. πολεμ-ήϊος)].
πρεσβήϊος: высокий, священный (θεοῦ ὄμμα Anth.).