занятие
From LSJ
τὸ ἐγδοχῖον τοῦ ὕδατος καὶ τὰ ἐν τῆι πόλει ὑδραγώγια → the water reservoir and the conduits in the city (or on the acropolis)
Russian > Greek
διατριβή, ἀντίληψις, πραγματεία, ἐπιτήδευσις, ἀντιποίησις, μελέτημα, ἐπιτήδευμα, περισπασμός, ἐπιμέλημα, κατάληψις, ἄσκημα, ἄσκησις, χρεία, ἐπιμέλεια, ἀσχολία, ἔργον