Λιμὴν νεὼς ὅρμος, βίου δ' ἀλυπία → Des Lebens Ankerplatz und Port ist Seelenruh → Λιμὴν πλοίου μέν, ἀλυπία δ' ὅρμος βίου
smooth: P. and V. λεῖος.
fixed: use P. and V. πεπηγώς (perf. part. of πηγνύναι).