κρίσσιον
From LSJ
ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...
English (LSJ)
τό, A thistle, Carduus pycnocephalus, Dsc.4.118.
Greek Monolingual
κρίσσιον, τὸ (Α)
το φυτό κόρδος ο πυκνοκέφαλος, το γαϊδουράγκαθο.