κυλικώδης
From LSJ
Τὰ χρήματ' ἀνθρώποισιν εὑρίσκει φίλους → Invenit amicos hominibuspecunia → Was den Menschen Freunde findet, ist das Geld
Τὰ χρήματ' ἀνθρώποισιν εὑρίσκει φίλους → Invenit amicos hominibuspecunia → Was den Menschen Freunde findet, ist das Geld
Full diacritics: κῠλῐκώδης | Medium diacritics: κυλικώδης | Low diacritics: κυλικώδης | Capitals: ΚΥΛΙΚΩΔΗΣ |
Transliteration A: kylikṓdēs | Transliteration B: kylikōdēs | Transliteration C: kylikodis | Beta Code: kulikw/dhs |
ες, A like a cup, Sch.Theoc.2.2.
κῠλῐκώδης: -ες, (εἶδος) ὅμοιος κύλικι, «ποτήριον ξύλινον κυλικῶδες» Σχόλ. εἰς Θεόκρ. 2. 2.
κυλικώδης, -ῶδες (Α)
αυτός που μοιάζει με κύλικα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύλιξ, -ικ-ος + κατάλ. -ώδης].