καρπάτινον
From LSJ
Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück
English (LSJ)
A v. καρβάτινος.
Greek (Liddell-Scott)
καρπάτινον: ἴδε καρβάτιναι.
Greek Monolingual
καρπάτινον, τὸ (Α)
(ενν. υπόδημα)
βλ. καρβάτινος.