ἐντεομήστωρ
From LSJ
Βίος κέκληται δ' ὡς βίᾳ πορίζεται → Vi quia paratur vita, vita dicitur → Weil's auf gewaltsamem Streben beruht, heißt's Lebensgut
English (LSJ)
A v. ἐντεσιμήστωρ.
Greek (Liddell-Scott)
ἐντεομήστωρ: «ὅπλων ἔμπειρος» Ἡσύχ., πρβλ. ἐντεσιμήστωρ.
Spanish (DGE)
-ορος, ὁ experto con las armas Hsch.