μεταδέχομαι

From LSJ
Revision as of 11:58, 20 April 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "μετὰ" to "μετὰ")

ἀνὴρ ἀπειργασμένος καλὸς κἀγαθός → a perfect gentleman

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεταδέχομαι Medium diacritics: μεταδέχομαι Low diacritics: μεταδέχομαι Capitals: ΜΕΤΑΔΕΧΟΜΑΙ
Transliteration A: metadéchomai Transliteration B: metadechomai Transliteration C: metadechomai Beta Code: metade/xomai

English (LSJ)

Pass., A to be participated in, ὑπὸ οὐσίας Procl.in Prm. 851 S. (dub. l.).

Greek (Liddell-Scott)

μεταδέχομαι: ἀποθ., δέχομαι μετὰ ταῦτα, Ἐκκλ.

Greek Monolingual

και ματαδέχομαι (ΑM μεταδέχομαι)
νεοελλ.-μσν.
δέχομαι κάποιον ή κάτι εκ νέου
αρχ.
δέχομαι κάποιον ή κάτι αργότερα, ύστερα.