παγκτητικός

From LSJ
Revision as of 14:20, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Θυμῷ χαρίζου μηδέν, ἄνπερ νοῦν ἔχῃς → Si mens est tibi, ne cedas iracundiae → Dem Zorn sei nicht zu Willen, bist du bei Verstand

Menander, Monostichoi, 245
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παγκτητικός Medium diacritics: παγκτητικός Low diacritics: παγκτητικός Capitals: ΠΑΓΚΤΗΤΙΚΟΣ
Transliteration A: panktētikós Transliteration B: panktētikos Transliteration C: pagktitikos Beta Code: pagkthtiko/s

English (LSJ)

ή, όν, offull ownership, κυρεία Inscr.Perg.245 C46.

Greek Monolingual

παγκτητικός, -ή, -όν (Α)
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην παντελή κατοχή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παν- + κτητικός (< κτητός < κτῶμαι].