τετρωκοντάλιτρος

Revision as of 10:42, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

[>ᾰ], ον, weighing forty λῖτραι, πέδαι Dinol.4 (τετταρακοντάλιτρος codd., corr. Ahrens).

Greek Monolingual

-ον, Α
αυτός που έχει βάρος σαράντα λίτρων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τετρώκοντα, δωρ. τ. του τεσσαράκοντα + -λιτρος (< λίτρα), πρβλ. δεκά-λιτρος].