ἐπαναλωτής
From LSJ
Γυνὴ δικαία τοῦ βίου σωτηρία → Mulier probe morata vitae est sospita → Die Frau, die rechtlich denkt, erhält das Lebensgut
English (LSJ)
οῦ, ὁ, spendthrift, Lat. sumptuarius, Gloss.
Greek (Liddell-Scott)
ἐπαναλωτής: ὁ, ὁ ἐπαναλίσκων, Γλωσσ.