Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz
-ές, Α
1. (για τόπο) ο καλυμμένος με ρηχά νερά
2. (κατά τα Ανέκδοτα Βεκκήρου) «ὑποκυδεῖς τίνες εἰσί; κοῖλοι τόποι»
3. (κατὰ τον Ησύχ.) «ὑποκυδές
ὑποφρύδιον».