λατινόφρων
From LSJ
Ζήτει σεαυτῷ σύμμαχον τῶν πραγμάτων → Quaerere tuarum rerum auxilium memineris → für deine Pflichten suche einen Partner dir
Greek Monolingual
-ον (Μ λατινόφρων, -ον)
αυτός που ασπάζεται τα δόγματα της Δυτικής Εκκλησίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λατῖνος + -φρων (< φρήν, φρενός), πρβλ. κακόφρων, κοινόφρων).