bustling
From LSJ
Μετὰ δικαίου ἀεὶ διατριβὰς ποιοῦ (Μετὰ δικαίων † τὰς διατριβὰς ποιοῦ) → Cum iustis semper versare in eodem loco → Mit den Gerechten pflege Umgang immerfort
English > Greek (Woodhouse)
adj.
Ar. and P. πολυπράγμων, P. φιλοπράγμων.
In confusion: P. θορυβώδης.