δάσοφρυς
From LSJ
Σύμβουλος οὐδείς ἐστι βελτίων χρόνου → Consultor homini tempus utilissimus → Kein besserer Berater zeigt sich als die Zeit
English (LSJ)
[ᾰ], υ,
A with shaggy brows, Adam.2.26.
Greek (Liddell-Scott)
δάσοφρυς: υ, ὁ ἔχων δασείας ἢ δασύτριχας τὰς ὀφρῦς, Φυσιογν., ἴδε Λοβ. Φρύν. 677.