διὰ λαμπροτάτου βαίνοντες ἁβρῶς αἰθέρος → passing lightly through clear-shining air (Euripides, Medea 829)
subs.
Use Ar. and P. ἐπίτροπος, ὁ. Heir: P. κληρονόμος, ὁ.