ἀδενοειδής
Θεοὶ μὲν γὰρ μελλόντων, ἄνθρωποι δὲ γιγνομένων, σοφοὶ δὲ προσιόντων αἰσθάνονται → Because gods perceive future things, men what is happening now, but wise men perceive approaching things
English (LSJ)
ές, (ἀδήν) glandular, Herophil. ap. Gal.UP14.11:— ἀδενώδη φύματα Plu.2.664f, cf. Gal.UP14.13, Sor.1.12.
Spanish (DGE)
-ές
anat. glandular ἀδενοειδεῖς παραστάται asistentes glandulares n. dado a los conductos excretores de las vesículas seminales, Herophil.102, a las vesículas seminales Gal.4.642, 643, 644, 649, cf. Ruf.Onom.185, tb. llamadas ἀδενοειδεῖς σώματα Gal.4.189, 650
•de los vasos parauretrales en la mujer ἀδενοειδῆ ἐστι τὰ ἀγγεῖα Herophil.107, cf. Gal.4.190.
•de las amígdalas, Ruf.Onom.64.
Greek (Liddell-Scott)
ἀδενοειδής: -ές, (εἶδος) ὅμοιος ἀδένι, ἔχων εἶδος ἀδένος, Γαλην.: ― συνῃρ., ἀδενώδη φύματα, Πλούτ. 2. 664F.