Νόμιζε σαυτῷ τοὺς γονεῖς εἶναι θεούς → Tu tibi parentes alteros credas deos → Bedünke, dass dir deine Eltern Götter sind
γνωτή, σύναιμος, ὅμαιμος, σύγγονος, ἀδελφέα, ἀδελφά, ἀδελφεά, ἀδελφεή, ἀδευπιά, ἀδελφειή, ἀδελφή, κασιγνήτη, κασίγνητος, κάσις, νοσοκόμα, νουσοκόμα