σμικρὰ ὀνείρατα λέλειπται → faint and shadowy traces remain, small vestiges remain
[Seite 229] τό, Erstarrung, Betäubung (?).
νάρκημα: τό, νάρκησις, ἡ, νάρκη, νάρκωσις, Γαλην.