Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

καινοδοξέω

From LSJ
Revision as of 10:16, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_8)

Μέγ' ἐστὶ κέρδος, εἰ διδάσκεσθαι μάθῃς → Doceri si didiceris, est magnum lucrum → Es ist ein großer Vorteil, wenn du lernen lernst

Menander, Monostichoi, 359

German (Pape)

[Seite 1294] = καινοτομέω, Ios.

Greek (Liddell-Scott)

καινοδοξέω: ἔχω καινάς, νέας δόξας, νέα σχέδια περί τινος (ἀλλ’ αἱ νεώτεραι ἐκδ. ἔχουσι καινοτομέω), Ἰωσήπου Ἰουδ. Ἀρχ. 16, 11, 1.