ὑπεραιώρησις

From LSJ
Revision as of 12:58, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (43)

ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν → love your neighbor as yourself, thou shalt love thy neighbour as thyself, love thy neighbour as thyself

Source

German (Pape)

[Seite 1190] εως, ἡ, das darüber Aufhängen u. Schwebenlassen, das Darüberschweben, Hippocr.

Greek Monolingual

-ήσεως, ἡ, Α ὑπεραιωρῶ
ανάρτηση από ψηλά, το να κρέμεται κάτι από ψηλά.