ἐγκαταστοιχειόω

From LSJ
Revision as of 09:57, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_14)

Εὐνοῦχος ἄλλο θηρίον τῶν ἐν βίῳ → Eunuchus, alia vitam spurcans bestia → Ein weitres Lebensungetüm ist der Eunuch

Menander, Monostichoi, 185

German (Pape)

[Seite 706] mit den ersten Elementen, Anfängen einpflanzen. Plut. Lyc. 13.

Greek (Liddell-Scott)

ἐγκαταστοιχειόω: μέλλ. -ώσω, ἐμφυτεύω ὡς στοιχεῖον, ὡς πρώτην ἀρχὴν (πρβλ. ἐμφυσιόω), τινί τι Πλουτ. Λυκ. 13. 2, 353Ε.