Πυανεψιών
From LSJ
Λόγος διοικεῖ τὸν βροτῶν βίον μόνος → Mortalium res sola regit oratio → Der Menschen Leben ordnet Redekunst allein
Greek (Liddell-Scott)
Πυᾰνεψιών: -ῶνος, ὁ, ὁ τέταρτος μὴν τοῦ Ἀττ. ἔτους κληθεὶς οὕτως ἐκ τῆς ἑορτῆς Πυανέψια, καὶ ἀντιστοιχῶν πρὸς τὰς ἀρχὰς Ὀκτωβρίου μέχρις ἀρχῶν Νοεμβρίου (Ἰουλιαν. ἡμερολ.), Θεοφράστ. π. Φυτ. Ἱστορ. 4. 2. 10, κτλ.· ἴδε Clinton F. Η. 2. append. 19. Ὁ τύπος πυανοψιὼν ἀπαντᾷ ἐν Ἀττ. ἐπιγραφαῖς, Συλλ. Ἐπιγρ. 71b. 21., 270. 1, 10., 276. 13· πρβλ. Πυανέψια.
French (Bailly abrégé)
ῶνος (ὁ) :
Pyanepsion, 4ᵉ mois de l’année attique, correspondant à la 2ᵉ moitié d’octobre et à la 1ᵉ de novembre.
Étymologie: Πυανέψια.