νεῖρα

From LSJ
Revision as of 00:28, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

Γάμος γὰρ ἀνθρώποισιν εὐκταῖον κακόν → Conubium homini inire votivum est malum → Die Ehe ist den Menschen ein erflehtes Leid

Menander, Monostichoi, 102

Greek (Liddell-Scott)

νεῖρα: ἢ νείρα, ἴδε ἐν λ. νείαιρα.

Greek Monotonic

νεῖρα: ή νείρα, ἡ, συνηρ. αντί νείαιρα, σε Αισχύλ.