γνοίης ὅσσον ὄνων κρέσσονες ἡμίονοι → you know how much better are donkeys from mules
[Seite 1168] halb gesagt, Theophyl.
ἡμίλεκτος: -ον, κατὰ τὸ ἥμισυ λεχθείς, λόγος Θεοφύλ.
ἡμίλεκτος, -ον (Μ)αυτός που ελέχθη κατά το ήμισυ, μισοειπωμένος.[ΕΤΥΜΟΛ. < ημι- + λεκτός (< λέγω)].