κραδία δὲ φόβῳ φρένα λακτίζει → my heart knocks at my ribs
SourceGreek (Liddell-Scott)
Ἐρυμάνθιος: -ον, ἀνήκων εἰς τὸ ὄρος Ἐρύμανθον, Ἐρυμάνθιον κάπρον ἔκτανε (Ἡρακλῆς) Ἀνθολ. Πλαν. σ. 252. 92.
Russian (Dvoretsky)
Ἐρῠμάνθιος: эриманфский: Ἐ. θήρ Soph. эриманфский зверь, т. е. вепрь; Ἐρυμάνθιον ὕδωρ Anth. = Ἐρύμανθος 2.