Φλιοῦς
From LSJ
Νέος πεφυκὼς πολλὰ χρηστὰ μάνθανε → Dum floret aetas, disce, quod scitum decet → In jungem Alter lerne viel, was brauchbar ist
Greek (Liddell-Scott)
Φλιοῦς: -οῦντος, ὁ, (Φλειοῦς Meist., Φλειοῦντα Βακχυλ. 8, 4 Blass), πόλις Πελοποννήσου, τὸ γένος εἶναι πολλάκις ἄδηλον, ὡς παρ’ Ἡροδ. καὶ Πινδ., ἀλλ’ εἶναι ἀρσ. παρὰ Θουκ. 5. 58, Ξεν. Ἑλλ. 7. 2, 11, ὅπερ ὡς ἰδιαίτερον καὶ ἐξαιρετικὸν σημειοῦται ὑπὸ τοῦ Φωτ. καὶ τοῦ Μεγ. Ἐτυμ. 796, 23· «Φλιοῦντα ἀρρενικῶς οἱ Ἀττικοί. Ξενοφῶν φησιν (ἔνθ’ ἀνωτέρω) «αὖθις δὲ ἐστράτευσαν εἰς τὸν Φλιοῦντα».
French (Bailly abrégé)
v. Φλειοῦς.