Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ' αὔξεται βροτοῖς → Crescunt labore cuncta bona mortalibus → Das Gute wächst den Sterblichen aus ihrem Müh'n
Menander, Monostichoi, 149Greek (Liddell-Scott)
ἑσπερίζω: τρώγω τὸ ἑσπερινὸν φαγητόν, δειπνῶ, ἢ διέρχομαι τὴν ἑσπέραν μετά τινος, ἤρχοντο οὖν οἱ ξένοι καὶ ἑσπέριζον μετ’ αὐτῶν (ἑσπέριζον = ἡσπέριζον) Δωρόθ. 1741C.
German (Pape)
zu Abend essen, Sp.