ἔχιον
From LSJ
Ζωῆς πονηρᾶς θάνατος αἱρετώτερος → Satius mori quam calamitose vivere → Dem schlechten Leben vorzuziehen ist der Tod
English (LSJ)
τό, (ἔχις) a plant,
A Echium plantagineum, Dsc.4.27 (echios Plin.HN25.104). II = ὠκιμοειδές, Dsc.4.28, Sch.Nic.Th.637.
Greek (Liddell-Scott)
ἔχιον: τό, (ἔχις) εἶδος φυτοῦ, «φειδοβότανον», Sprengel ἐν Διοσκ. 4. 27, ἔνθα ἴδε περιγραφὴν αὐτοῦ.