Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!
ίδος (ἡ) :c. περόναμα.Étymologie: περονάω.
και περονητρίς, -ίδος, ἡ Α(δωρ. τ.) δωρικό γυναικείο ένδυμα που στερεωνόταν με περόνη, με πόρπη («τώμπέχονον και τάν περονατρίδα λάζεν», Θεόκρ.).[ΕΤΥΜΟΛ. < περονῶ + επίθημα -τρίς (πρβλ. πελεκη-τρίς)].