ὑπεκδύνω
From LSJ
Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς γονεῖς πρᾶξαι καλῶς → Quisquis parentes bene colit, speret bene → Erhoffe, ehrst du deine Eltern, Wohlergehn
German (Pape)
[Seite 1185] = ὑπεκδύομαι, ὑπεξέδυνε δικτύον Babr. 4, 4.
French (Bailly abrégé)
c. ὑπεκδύομαι.
Greek Monolingual
Α
βλ. ὑπεκδύομαι.